Τα οφφίκια είναι εκκλησιαστικοί τιμητικοί τίτλοι, που απονέμονται σε λαϊκούς και στον ανώτερο ή τον κατώτερο κλήρο, από Πατριάρχη. Σε αυτό το λήμμα, αναπτύσσονται τα οφφίκια της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας, που απονέμει το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως.
Οφφίκια του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως
Ο Θρόνος του Οικουμενικού Πατριάρχη στο Φανάρι https://el.wikipedia.org |
Κατάλογος Οφφικίων
Τα κάτωθι οφφίκια απονέμονται από τους Οικουμενικού Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως μέχρι σήμερα.[βλ. Οφφίκια του Οικουμενικού Θρόνου: http://www.pammakaristos.com/frontend/articles.php?cid=77 [βλ. Ερμηνεία των οφφικίων της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας Επισκόπου Φαναρίου Αγαθαγγέλου, Γεν. Διευθυντού Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος: http://www.apostoliki-diakonia.gr/gr_main/catehism/theologia_zoi/themata.asp?cat=hist&NF=1&main=texts&file=46.htm]
Παρατίθενται αλφαβητικά:
Αγιογράφος: Οφφίκιο, που απονέμεται σε διακεκριμένους αγιογράφους.
Ακόλουθος: Οι ακόλουθοι ήταν οι στρατιωτικοί αξιωματούχοι, που υπηρετούσαν ως ανακτορικοί φρούραρχοι. Εκκλησιαστικά, οι ακόλουθοι ήταν υπηρέτες του ιερού ναού κατ' αντιστοιχία με τους σημερινούς υποδιακόνους.
Ακτουάριος: Ο Ακτουάριος ήταν κρατικός υπάλληλος του ρωμαϊκού κράτους. Αργότερα, επί Βυζαντίου, ο τίτλος αποδώθηκε σε ειδικευμένους γιατρούς.Γνωστός ήταν και ο «Ακτουάριος του Ιπποδρομίου».
Αρχιτέκτων των Πατριαρχείων: Οφφίκιο, που απονέμεται σε αρχιτέκτονες, που υπηρετούν στο Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Αρχόντισσα του Οικουμενικού Θρόνου: Οφφίκιο, που απονέμεται σε γυναίκες για διακεκριμένες φιλανθρωπικές πράξεις.
Ασηκρήτις: Ο Ασηκρήτις ή Ασεκρήτις προέρχεται από τη λατινική λέξη scriba (γραμματέας) και περιγράφει τα καθήκοντα του γραφιά. Η θέση του ήταν εμπιστευτική και γι' αυτό οι ασηκρίτες είχαν απαραίτητα υψηλή μόρφωση και ευρύτατη γλωσσομάθεια. Περιστασιακά προΐδρευε των δικαστικών συνεδριάσεων του Αυτοκράτορα. Εκκλησιαστικά, ταυτίζεται τρόπον τινά με το οφφίκιο του Νοτάριου. Ο προϊστάμενος των ασηκριτών ήταν ο Πρωτοασηκρήτις.
Δεπουτάτος: Ο Δεπουτάτος καλούσε του Άρχοντες στον Αρχιερέα και προετοίμαζε το λαό για την ποιμαντορική επίσκεψη του Αρχιερέα, απομακρύνοντας τον όχλο από τον δρόμο και κάνοντας τις αναγκαίες προετοιμασίες για την τέλεση των Ιερών Ακολουθιών. Κατά τη Θεία Λειτουργία, προπορευόταν των ιερέων στις δύο Ειδόδους κρατώντας λαμπάδα και φορώντας χαρακτηριστικό μανδύα. Ο τίτλος του Δεπουτάτου απονέμετω στους δικαιούχους από τον Πατριάρχη, συνήθως κατά την στέψιν των Βυζαντινών Αυτοκρατώρων στο Ναό της Αγίας Σοφίας, "όπως πράττουν αγαθά υπέρ της Εκκλησίας και του λαού".
Διδάσκαλος: Ο Διδάσκαλος ερμήνευε το Άγιο Ευαγγέλιο, όπως επίσης και το Ψαλτήριο, όταν ιερουργούσε ο Αρχιερέας. Κρατούσε τα διδασκαλεία της Επισκοπής και τους ανετίθετο η ευθύνη της διδασκαλίας των Κατηχουμένων και η προετοιμασία αυτών για το ιερό Βάπτισμα. Ο θεσμός των Διδασκάλων συνεχίζεται μέχρι σήμερα και απονέμεται από τον εκάστοτε Οικουμενικό Πατριάρχη στους διακριθέντες για την θεολογική και εν γένει παιδεία και προσφορά τους. Διακρίνονται σε:
Διδάσκαλος του Ευαγγελίου,
Διδάσκαλος του Αποστόλου,
Διδάσκαλος του Ψαλτηρίου,
Διδάσκαλος του Γένους,
Διδάσκαλος της Εκκλησίας,
Διδάσκαλος των Ελληνικών Γραμμάτων,
Προστάτης των Γραμμάτων και
Μουσικοδιδάσκαλος.
Διερμηνεύς: Είναι πολιτικό και εκκλησιαστικό αξίωμα στην αρχαία έλληνο-ρωμαϊκή ιστορία, βυζαντινή αυτοκρατορία και Ορθόδοξη Χριστιανική Εκκλησία. Το αξίωμα αυτό είναι πολύ παλαιό στη ζωή των διαφόρων λαών, αν και με όχι επίσημο χαρακτήρα, διακρίνεται δε σε πολλές μορφές. Στην αρχή ο διερμηνέας θεωρείται ο ερμηνευτής των λογίων του Θεού. Η λέξη διερμηνεύς προέρχεται από το ρήμα "ερμηνεύω" το οποίο έχει διπλή μορφή και σημαίνει, πρώτο, ότι κάποιος δύναται να εξηγήσει την έννοια ενός πράγματος, ή ότι δύναται να συλλάβει υπό το φως της ατομικής του πίστεως, της κρίσεως ή και των περιστάσεων, το νόημα ενός πράγματος και να δώσει μια ερμηνεία σε αυτό, και δεύτερο, ο διερμηνεύς δύναται να εκπροσωπήσει κάτι διά της εκτελέσεως ενός έργου, ή να ενεργήσει ως διερμηνεύς μεταξύ δυο ή και πλέον ομιλητών διαφόρων γλωσσών. Οι διερμηνείς ανελάμβαναν την ερμηνεία των διαφόρων συζητήσεων κοινών θεμάτων μαζί με άλλες Εκκλησίες. Ο πρώτος των διερμηνεών καλούνταν «Μέγας Διερμηνεύς».
Δικαιοφύλαξ: Οι δικαιοφύλακες ήταν νομικοί σύμβουλοι υπέρ των δικαιωμάτων της Εκκλησίας και του λαού του Βυζαντίου.
Δομέστικος: Οι Δομέστικοι ήταν δύο και προΐστανται των δύο χορών (δεξιού και αριστερού) και ψάλουν μαζί με τον Πρωτοψάλτη. Κατά τον Γεώργιο Κωδινό, υπήρχε και ο Δομέστικος των Θυρών στην Αγία Σοφία, ο οποίος είχε την ευθύνη της συντήρησης των θυρών του Ναού και της διατήρησης αυτών σε καλή κατάσταση, διότι δεν ανοίγονταν όλες οι θύρες κατά τη διάρκεια των Ιερών Ακολουθιών.
Έκδικος: Εκκλησιαστικό αξίωμα του 2ου αιώνα που αποδιδόταν σε όσους ήταν επιφορτισμένοι με την υπεράσπιση των δικαίων της Εκκλησίας, ενώπιον των πολιτικών αρχών. Επίσης, υποστήριζε τους πτωχούς και τους αδυνάτους, εκπροσωπώντας τον Επίσκοπο, που τον διόρισε. Στην Κωνσταντινούπολη, ο Έκδικος ονομαζόταν τιμητικά «εκκλησιέκδικος». Τέσσερις αξιωματούχοι είχαν αυτών τον τίτλο:
Ο Πρωτέκδικος υπερασπιζόταν τους κληρικούς μόνο για ποινικές πράξεις.
Ο Εκκλησιέκδικος υπερασπιζόταν τους κληρικούς για πολιτικές ή ποινικές πράξεις.
Ο Εκκλησιέκδικος του Ιερού Βήματος υπερασπιζόταν τους κληρικούς μόνο ενώπιον πολιτικών αρχών.
Ο Εκκλησιέκδικος της Εκκλησίας υπερασπιζόταν τα περιουσιακά δικαιώματα της Εκκλησίας εναντίον των ισχυρών γαιοκτημόνων.
Ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός Α΄ ο Μέγας (527-565 μ.Χ.), το 535 μ.Χ., όρισε επίσημα τον Έκδικο ως κανονικό και νομικό σύμβουλο της Εκκλησίας, υπεύθυνο για τα νομικά θέματά της.
(Μέγας) Εκκλησιάρχης.
Εταιριάρχης.
(Μέγας) Ευεργέτης.
Ιερομνήμων: βλ. παρακάτω.
Καστρίνσιος: βλ. παρακάτω.
(Μέγας) Κατηχητής: βλ. παρακάτω.
Λαμπαδάριος: βλ. παρακάτω.
Λαμπαδάριος της Αγιωτάτης Αρχιεπισκοπής Κωνσταντινουπόλεως.
Μέγας Λογοθέτης: βλ. παρακάτω.
Μανδάτωρ: Ο ακόλουθος του Πατριάρχη που φέρει ράβδο και με τους κτύπους στο έδαφος σημαίνει την άφιξη, διέλευση ή αποχώρησή του. Στις Επισκοπές χρέη Μανδάτωρος εκτελεί ο Πρωτοσύγκελος της Μητρόπολης, που φέρει σχετική ράβδο (με επιπρόσθετα καθήκοντα του τελετάρχη στις λιτανείες). Κατά δε τη διάρκεια των Αρχιερατικών συλλείτουργων χρέη Μανδάτωρα εκτελεί ο Αρχιδιάκονος ή Διάκονος κατά την αναγγελία της φήμης ενός εκάστου Αρχιερέως. Επί Βυζαντίου, ήταν ανώτατος υπάλληλος της Βασιλικής (Αυτοκρατορικής) Αυλής, έργο του οποίου ήταν να μεταβιβάζει τις διαταγές του Αυτοκράτορα. Το αξίωμα αυτό έφεραν πολλοί, με επί κεφαλής αυτών τον "Πρωτομανδάτωρα".
Μουσικοδιδάσκαλος της ΜΧΕ.
Μυρεψός: Ο Μυρεψός ήταν τιμητικός τίτλος, ο οποίος αποδιδόταν κατά τους βυζαντινούς χρόνους σε γιατρούς. Ο τίτλος αυτός διατηρείται μέχρι και σήμερα και απονέμεται από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, στην έδρα του οποίου εξάλλου κάθε 10 χρόνια παρασκευάζεται το Άγιο Μύρο. Ο Άρχων Μυρεψός χειροθετούνταν από του Πατριάρχη την Κυριακήν των Βαίων και μαζί με τους «Ειδικούς Κοσμήτορες» είχαν την ευθύνη για την κατασκευή του Αγίου Μύρου.
Νομοδότης.
Νομοφύλαξ: Οφφίκιο που χακτήριζε τους διαπρεπείς νομομαθείς και νομοθέτες του Βυζαντίου. Εκκλησιαστικά, αποδίδεδεται σε νομομαθείς κληρικούς.
Νοτάριος: Ο νοτάριος ήταν ο ταχυγράφος (δηλ. στενογράφος) επί Βυζαντίου. Επί Φραγκοκρατίας και αργότερα επί Τουρκοκρατίας, ο νοτάριος ήταν ο αντίστοιχος συμβολαιογράφος της της σημερινής εποχής.
Ορφανοτρόφος: Ο Ορφανοτρόφος ήταν ένα από τα αξιώματα "έξω της τάξεως της Εκκλησίας" και αναφερόταν στον διευθυντή ενός ή περισσοτέρων ορφανοτροφείων (υπό κρατικό οικονομικό έλεγχο) στην Κωνσταντινούπολη, κατά τη διάρκεια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Συνήθως ήταν κληρικός αλλά ήταν και κοσμικό αξίωμα. Ορισμένοι από τους κληρικούς Ορφανοτρόφους ανήλθαν στο αξίωμα του Πατριάρχη ενώ οι εκτός κλήρου Ορφανοτρόφοι, ήταν κυρίως ευγενείς, μέλη της αυτοκρατορικής οικογένειας. Ο προϊστάμενος όλων των ευαγών ιδρυμάτων ονομαζόταν Μέγας Ορφανοτρόφος.
Οστιάριος: Ο Οστιάριος προέρχεται από τη λέξη «οstium» (θύρες) και περιγράφει τα καθήκοντα του θυρωρού, ο οποίος συνόδευε και παρουσίαζε ξένους αντιπροσώπους, αξιωματούχους και πρεσβευτές ενώπιον του Αυτοκράτορα. Εκκλησιαστικά, ο Οστιάριος φρόντιζε για την τάξη εντός του ιερού ναού και ήλεγχε το άνοιγμα και το κλείσιμο των θυρών του, κυρίως κατά την καθιερωμένη τάξη μεταξύ της Λειτουργίας των Κατηχουμένων και αυτής των Πιστών. Επίσης, απέτρεπε την είσοδο σε μη βαπτισμένα ατόμα και στις επίσημες τελετές και εκδηλώσεις προπορευόταν του Αρχιερέα κρατώντας τη ράβδο του. Για να γίνει κάποιος Οστιάριος τελούνταν ειδική Ιερά Ακολουθία, που βρίσκεται στο Μέγα Ευχολόγιο ως «Τάξις δια τον εισερχόμενον εις διακονίαν εκκλησιαστικήν». Συχνά απαντούνται ταυτόχρονα δύο Οστιάροι, οι οποίοι διακρίνονται ως Πρώτος Οστιάριος και Δεύτερος Οστιάριος.
Πριμικήριος: Ο Πριμικήριος αρχικά συνδέονταν με γραμματειακά καθήκοντα και με τους Νοτάριους. Εκκλησιαστικά, ήταν υπεύθυνος για την εκκλησιαστική τάξη μέσα στο ναό καθώς και για τα ιερά αναγνώσματα, τα οποία διαβάζονταν στις ιερές ακολουθίες. Στις τελετές και στις ακολουθίες των μεγάλων εορτών, ο Πριμικήριος υποδεχόταν τον Αρχιερέα στην είσοδο του ναού κρατώντας λαμπάδα και κατόπιν τον ακολουθούσε στο εσωτερικό του ναού. Υπέγραφε, επίσης, διάφορα δικαιοπρακτικά έγγραφα, και τις ομολογίες πίστεως.
Πριμικήριος των Νοταρίων.
Πρωταποστολάριος.
Μέγας Πρωτέκδικος: βλ. παρακάτω.
Πρωτοβιστιάριος: Ο πρωτοβεστιάριος ήταν ένας τιμητικός τίτλος και αξίωμα, το οποίο κατά την ύστερη βυζαντινή περίοδο δινόταν σε ανώτατους αξιωματούχους και μελλοντικούς αυτοκράτορες. Αρχικά προοριζόταν για ευνούχους. Το θηλυκό αντίστοιχό του ήταν η πρωτοβεστιαρία, η επικεφαλής του υπηρετικού προσωπικού της αυτοκράτειρας.
Πρωτοκανονάρχης: Ο Πρωτοκανονάρχης, κρατεί το ισοκράτημα και δίνει τη μουσικήν βάση της ψαλμωδίας. Επίσης, απαγγέλει τη μουσική φράσιν, την οποία ακολουθεί ο ψάλτης, στην τονική συνήθως του ήχου.
Πρωτομαΐστωρ: Ο Μαΐστωρ ήταν πολιτικός, στρατιωτικός και εκκλησιαστικός τίτλος τον οποίο κατείχαν οι ανώτατοι αξιωματούχοι του Βυζαντίου. «Μαΐστορες» αποκαλούσαν συνήθως και τους πανεπιστημιακούς διδάκτορες. Επίσης, οι μαΐστορες ήταν υπεύθυνοι για τους νέους, οι οποίοι προετοιμάζονταν για να γίνουνμοναχοί. Ο ανώτερος από όλους τους Μαΐστωρες ήταν ο Πρωτομαΐστωρ
Ρεφερενδάριος: βλ. παρακάτω.
Μέγας Ρήτωρ: Ο Ρήτωρ είναι εκκλησιαστικό χάρισμα, το οποίο υπήρχε από την αρχαία Εκκλησία, και π ραγματεύεται τη συζήτηση της τέχνης και της θεολογίας του κηρύττειν. Το οφφίκιο απονέμεται σε όσους διακρίθηκαν για το κήρυγμα τους σχετικά με το λόγο του Θεού και για την ενίσχυση και σωστή καθοδήγηση των πιστών στο δρόμου του Αληθινού Θεού.
Ταβουλάριος: Ήταν ο γραμματοφύλακας και ο αρχειοφύλακας. Από τον έκτο αιώνα μ.Χ., οι ταβουλάριοι ασχολούνταν με τη σύνταξη συμβολαίων και δικαιοπρακτικών εγγράφων των πολιτών.
Υμνογράφος: Οφφίκιο, που απονέμεται σε διακεκριμένους συνθέτες εκκλησιαστικών ύμνων.
Υπομνηματογράφος: Έργο του υπομνηματογράφου ήταν τα διάφορα υπομνηματικά έργα της Εκκλησίας και, ως βοηθός του Επισκόπου, παρευρισκόταν στις συνεδριάσεις της Ιεραρχίας και κατέγραφε τα πρακτικά των αρχιερατικών εκλογών, γράφονταν και ό,τι άλλο πρόσταζαν οι Αρχιερείς.
Φωτογράφος της Πατριαρχικής Αυλής: Οφφίκιο, που απονέμεται σε φωτογράφους, που υπηρετούν το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Χαρτουλάριος: Ο Χαρτουλάριος εμφανίζεται για πρώτη φορά ως αξιωματούχος στην Βυζαντινή αυτοκρατορία κατά τον πέμπτον αιώνα μ.Χ. Το ιερόν ιματιοφυλάκιον ήταν μια ειδική υπηρεσία υπό την διεύθυνση του "Κόμητος των Προμηθειών" και επί κεφαλής αυτής ήταν ο Χαρτουλάριος. Κατά τον όγδοον αιώνα μ.Χ. ο Χαρτουλάριος αναλάμβανε οικονομικά καθήκοντα, ενώ ο Χαρτουλάριος του Σακελλίου ήταν υπεύθυνος και δια την ομαλή λειτουργία των διαφόρων φιλανθρωπικών και ευαγών ιδρυμάτων. Εκκλησιαστικά, ο Χαρτουλάριος έχει την ευθύνην του ληξιαρχείου, των ληξιαρχικών πράξεων και των ληξιαρχικών βιβλίων.
Μέγας Χαρτοφύλαξ: βλ. παρακάτω.
Χοράρχης: Οφφίκιο, που απονέμεται σε διακεκριμένους χοράρχες (προίσταμένους εκκλησιαστικών χορωδιών).
Χρονογράφος του Οικουμενικού Πατριαρχείου: Οφφίκιο, που απονέμεται σε διακεκριμένους χρονογράφους, που ασχολήθηκαν με το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Αγιογράφος: Οφφίκιο, που απονέμεται σε διακεκριμένους αγιογράφους.
Ακόλουθος: Οι ακόλουθοι ήταν οι στρατιωτικοί αξιωματούχοι, που υπηρετούσαν ως ανακτορικοί φρούραρχοι. Εκκλησιαστικά, οι ακόλουθοι ήταν υπηρέτες του ιερού ναού κατ' αντιστοιχία με τους σημερινούς υποδιακόνους.
Ακτουάριος: Ο Ακτουάριος ήταν κρατικός υπάλληλος του ρωμαϊκού κράτους. Αργότερα, επί Βυζαντίου, ο τίτλος αποδώθηκε σε ειδικευμένους γιατρούς.Γνωστός ήταν και ο «Ακτουάριος του Ιπποδρομίου».
Αρχιτέκτων των Πατριαρχείων: Οφφίκιο, που απονέμεται σε αρχιτέκτονες, που υπηρετούν στο Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Αρχόντισσα του Οικουμενικού Θρόνου: Οφφίκιο, που απονέμεται σε γυναίκες για διακεκριμένες φιλανθρωπικές πράξεις.
Ασηκρήτις: Ο Ασηκρήτις ή Ασεκρήτις προέρχεται από τη λατινική λέξη scriba (γραμματέας) και περιγράφει τα καθήκοντα του γραφιά. Η θέση του ήταν εμπιστευτική και γι' αυτό οι ασηκρίτες είχαν απαραίτητα υψηλή μόρφωση και ευρύτατη γλωσσομάθεια. Περιστασιακά προΐδρευε των δικαστικών συνεδριάσεων του Αυτοκράτορα. Εκκλησιαστικά, ταυτίζεται τρόπον τινά με το οφφίκιο του Νοτάριου. Ο προϊστάμενος των ασηκριτών ήταν ο Πρωτοασηκρήτις.
Δεπουτάτος: Ο Δεπουτάτος καλούσε του Άρχοντες στον Αρχιερέα και προετοίμαζε το λαό για την ποιμαντορική επίσκεψη του Αρχιερέα, απομακρύνοντας τον όχλο από τον δρόμο και κάνοντας τις αναγκαίες προετοιμασίες για την τέλεση των Ιερών Ακολουθιών. Κατά τη Θεία Λειτουργία, προπορευόταν των ιερέων στις δύο Ειδόδους κρατώντας λαμπάδα και φορώντας χαρακτηριστικό μανδύα. Ο τίτλος του Δεπουτάτου απονέμετω στους δικαιούχους από τον Πατριάρχη, συνήθως κατά την στέψιν των Βυζαντινών Αυτοκρατώρων στο Ναό της Αγίας Σοφίας, "όπως πράττουν αγαθά υπέρ της Εκκλησίας και του λαού".
Διδάσκαλος: Ο Διδάσκαλος ερμήνευε το Άγιο Ευαγγέλιο, όπως επίσης και το Ψαλτήριο, όταν ιερουργούσε ο Αρχιερέας. Κρατούσε τα διδασκαλεία της Επισκοπής και τους ανετίθετο η ευθύνη της διδασκαλίας των Κατηχουμένων και η προετοιμασία αυτών για το ιερό Βάπτισμα. Ο θεσμός των Διδασκάλων συνεχίζεται μέχρι σήμερα και απονέμεται από τον εκάστοτε Οικουμενικό Πατριάρχη στους διακριθέντες για την θεολογική και εν γένει παιδεία και προσφορά τους. Διακρίνονται σε:
Διδάσκαλος του Ευαγγελίου,
Διδάσκαλος του Αποστόλου,
Διδάσκαλος του Ψαλτηρίου,
Διδάσκαλος του Γένους,
Διδάσκαλος της Εκκλησίας,
Διδάσκαλος των Ελληνικών Γραμμάτων,
Προστάτης των Γραμμάτων και
Μουσικοδιδάσκαλος.
Διερμηνεύς: Είναι πολιτικό και εκκλησιαστικό αξίωμα στην αρχαία έλληνο-ρωμαϊκή ιστορία, βυζαντινή αυτοκρατορία και Ορθόδοξη Χριστιανική Εκκλησία. Το αξίωμα αυτό είναι πολύ παλαιό στη ζωή των διαφόρων λαών, αν και με όχι επίσημο χαρακτήρα, διακρίνεται δε σε πολλές μορφές. Στην αρχή ο διερμηνέας θεωρείται ο ερμηνευτής των λογίων του Θεού. Η λέξη διερμηνεύς προέρχεται από το ρήμα "ερμηνεύω" το οποίο έχει διπλή μορφή και σημαίνει, πρώτο, ότι κάποιος δύναται να εξηγήσει την έννοια ενός πράγματος, ή ότι δύναται να συλλάβει υπό το φως της ατομικής του πίστεως, της κρίσεως ή και των περιστάσεων, το νόημα ενός πράγματος και να δώσει μια ερμηνεία σε αυτό, και δεύτερο, ο διερμηνεύς δύναται να εκπροσωπήσει κάτι διά της εκτελέσεως ενός έργου, ή να ενεργήσει ως διερμηνεύς μεταξύ δυο ή και πλέον ομιλητών διαφόρων γλωσσών. Οι διερμηνείς ανελάμβαναν την ερμηνεία των διαφόρων συζητήσεων κοινών θεμάτων μαζί με άλλες Εκκλησίες. Ο πρώτος των διερμηνεών καλούνταν «Μέγας Διερμηνεύς».
Δικαιοφύλαξ: Οι δικαιοφύλακες ήταν νομικοί σύμβουλοι υπέρ των δικαιωμάτων της Εκκλησίας και του λαού του Βυζαντίου.
Δομέστικος: Οι Δομέστικοι ήταν δύο και προΐστανται των δύο χορών (δεξιού και αριστερού) και ψάλουν μαζί με τον Πρωτοψάλτη. Κατά τον Γεώργιο Κωδινό, υπήρχε και ο Δομέστικος των Θυρών στην Αγία Σοφία, ο οποίος είχε την ευθύνη της συντήρησης των θυρών του Ναού και της διατήρησης αυτών σε καλή κατάσταση, διότι δεν ανοίγονταν όλες οι θύρες κατά τη διάρκεια των Ιερών Ακολουθιών.
Έκδικος: Εκκλησιαστικό αξίωμα του 2ου αιώνα που αποδιδόταν σε όσους ήταν επιφορτισμένοι με την υπεράσπιση των δικαίων της Εκκλησίας, ενώπιον των πολιτικών αρχών. Επίσης, υποστήριζε τους πτωχούς και τους αδυνάτους, εκπροσωπώντας τον Επίσκοπο, που τον διόρισε. Στην Κωνσταντινούπολη, ο Έκδικος ονομαζόταν τιμητικά «εκκλησιέκδικος». Τέσσερις αξιωματούχοι είχαν αυτών τον τίτλο:
Ο Πρωτέκδικος υπερασπιζόταν τους κληρικούς μόνο για ποινικές πράξεις.
Ο Εκκλησιέκδικος υπερασπιζόταν τους κληρικούς για πολιτικές ή ποινικές πράξεις.
Ο Εκκλησιέκδικος του Ιερού Βήματος υπερασπιζόταν τους κληρικούς μόνο ενώπιον πολιτικών αρχών.
Ο Εκκλησιέκδικος της Εκκλησίας υπερασπιζόταν τα περιουσιακά δικαιώματα της Εκκλησίας εναντίον των ισχυρών γαιοκτημόνων.
Ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός Α΄ ο Μέγας (527-565 μ.Χ.), το 535 μ.Χ., όρισε επίσημα τον Έκδικο ως κανονικό και νομικό σύμβουλο της Εκκλησίας, υπεύθυνο για τα νομικά θέματά της.
(Μέγας) Εκκλησιάρχης.
Εταιριάρχης.
(Μέγας) Ευεργέτης.
Ιερομνήμων: βλ. παρακάτω.
Καστρίνσιος: βλ. παρακάτω.
(Μέγας) Κατηχητής: βλ. παρακάτω.
Λαμπαδάριος: βλ. παρακάτω.
Λαμπαδάριος της Αγιωτάτης Αρχιεπισκοπής Κωνσταντινουπόλεως.
Μέγας Λογοθέτης: βλ. παρακάτω.
Μανδάτωρ: Ο ακόλουθος του Πατριάρχη που φέρει ράβδο και με τους κτύπους στο έδαφος σημαίνει την άφιξη, διέλευση ή αποχώρησή του. Στις Επισκοπές χρέη Μανδάτωρος εκτελεί ο Πρωτοσύγκελος της Μητρόπολης, που φέρει σχετική ράβδο (με επιπρόσθετα καθήκοντα του τελετάρχη στις λιτανείες). Κατά δε τη διάρκεια των Αρχιερατικών συλλείτουργων χρέη Μανδάτωρα εκτελεί ο Αρχιδιάκονος ή Διάκονος κατά την αναγγελία της φήμης ενός εκάστου Αρχιερέως. Επί Βυζαντίου, ήταν ανώτατος υπάλληλος της Βασιλικής (Αυτοκρατορικής) Αυλής, έργο του οποίου ήταν να μεταβιβάζει τις διαταγές του Αυτοκράτορα. Το αξίωμα αυτό έφεραν πολλοί, με επί κεφαλής αυτών τον "Πρωτομανδάτωρα".
Μουσικοδιδάσκαλος της ΜΧΕ.
Μυρεψός: Ο Μυρεψός ήταν τιμητικός τίτλος, ο οποίος αποδιδόταν κατά τους βυζαντινούς χρόνους σε γιατρούς. Ο τίτλος αυτός διατηρείται μέχρι και σήμερα και απονέμεται από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, στην έδρα του οποίου εξάλλου κάθε 10 χρόνια παρασκευάζεται το Άγιο Μύρο. Ο Άρχων Μυρεψός χειροθετούνταν από του Πατριάρχη την Κυριακήν των Βαίων και μαζί με τους «Ειδικούς Κοσμήτορες» είχαν την ευθύνη για την κατασκευή του Αγίου Μύρου.
Νομοδότης.
Νομοφύλαξ: Οφφίκιο που χακτήριζε τους διαπρεπείς νομομαθείς και νομοθέτες του Βυζαντίου. Εκκλησιαστικά, αποδίδεδεται σε νομομαθείς κληρικούς.
Νοτάριος: Ο νοτάριος ήταν ο ταχυγράφος (δηλ. στενογράφος) επί Βυζαντίου. Επί Φραγκοκρατίας και αργότερα επί Τουρκοκρατίας, ο νοτάριος ήταν ο αντίστοιχος συμβολαιογράφος της της σημερινής εποχής.
Ορφανοτρόφος: Ο Ορφανοτρόφος ήταν ένα από τα αξιώματα "έξω της τάξεως της Εκκλησίας" και αναφερόταν στον διευθυντή ενός ή περισσοτέρων ορφανοτροφείων (υπό κρατικό οικονομικό έλεγχο) στην Κωνσταντινούπολη, κατά τη διάρκεια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Συνήθως ήταν κληρικός αλλά ήταν και κοσμικό αξίωμα. Ορισμένοι από τους κληρικούς Ορφανοτρόφους ανήλθαν στο αξίωμα του Πατριάρχη ενώ οι εκτός κλήρου Ορφανοτρόφοι, ήταν κυρίως ευγενείς, μέλη της αυτοκρατορικής οικογένειας. Ο προϊστάμενος όλων των ευαγών ιδρυμάτων ονομαζόταν Μέγας Ορφανοτρόφος.
Οστιάριος: Ο Οστιάριος προέρχεται από τη λέξη «οstium» (θύρες) και περιγράφει τα καθήκοντα του θυρωρού, ο οποίος συνόδευε και παρουσίαζε ξένους αντιπροσώπους, αξιωματούχους και πρεσβευτές ενώπιον του Αυτοκράτορα. Εκκλησιαστικά, ο Οστιάριος φρόντιζε για την τάξη εντός του ιερού ναού και ήλεγχε το άνοιγμα και το κλείσιμο των θυρών του, κυρίως κατά την καθιερωμένη τάξη μεταξύ της Λειτουργίας των Κατηχουμένων και αυτής των Πιστών. Επίσης, απέτρεπε την είσοδο σε μη βαπτισμένα ατόμα και στις επίσημες τελετές και εκδηλώσεις προπορευόταν του Αρχιερέα κρατώντας τη ράβδο του. Για να γίνει κάποιος Οστιάριος τελούνταν ειδική Ιερά Ακολουθία, που βρίσκεται στο Μέγα Ευχολόγιο ως «Τάξις δια τον εισερχόμενον εις διακονίαν εκκλησιαστικήν». Συχνά απαντούνται ταυτόχρονα δύο Οστιάροι, οι οποίοι διακρίνονται ως Πρώτος Οστιάριος και Δεύτερος Οστιάριος.
Πριμικήριος: Ο Πριμικήριος αρχικά συνδέονταν με γραμματειακά καθήκοντα και με τους Νοτάριους. Εκκλησιαστικά, ήταν υπεύθυνος για την εκκλησιαστική τάξη μέσα στο ναό καθώς και για τα ιερά αναγνώσματα, τα οποία διαβάζονταν στις ιερές ακολουθίες. Στις τελετές και στις ακολουθίες των μεγάλων εορτών, ο Πριμικήριος υποδεχόταν τον Αρχιερέα στην είσοδο του ναού κρατώντας λαμπάδα και κατόπιν τον ακολουθούσε στο εσωτερικό του ναού. Υπέγραφε, επίσης, διάφορα δικαιοπρακτικά έγγραφα, και τις ομολογίες πίστεως.
Πριμικήριος των Νοταρίων.
Πρωταποστολάριος.
Μέγας Πρωτέκδικος: βλ. παρακάτω.
Πρωτοβιστιάριος: Ο πρωτοβεστιάριος ήταν ένας τιμητικός τίτλος και αξίωμα, το οποίο κατά την ύστερη βυζαντινή περίοδο δινόταν σε ανώτατους αξιωματούχους και μελλοντικούς αυτοκράτορες. Αρχικά προοριζόταν για ευνούχους. Το θηλυκό αντίστοιχό του ήταν η πρωτοβεστιαρία, η επικεφαλής του υπηρετικού προσωπικού της αυτοκράτειρας.
Πρωτοκανονάρχης: Ο Πρωτοκανονάρχης, κρατεί το ισοκράτημα και δίνει τη μουσικήν βάση της ψαλμωδίας. Επίσης, απαγγέλει τη μουσική φράσιν, την οποία ακολουθεί ο ψάλτης, στην τονική συνήθως του ήχου.
Πρωτομαΐστωρ: Ο Μαΐστωρ ήταν πολιτικός, στρατιωτικός και εκκλησιαστικός τίτλος τον οποίο κατείχαν οι ανώτατοι αξιωματούχοι του Βυζαντίου. «Μαΐστορες» αποκαλούσαν συνήθως και τους πανεπιστημιακούς διδάκτορες. Επίσης, οι μαΐστορες ήταν υπεύθυνοι για τους νέους, οι οποίοι προετοιμάζονταν για να γίνουνμοναχοί. Ο ανώτερος από όλους τους Μαΐστωρες ήταν ο Πρωτομαΐστωρ
Ρεφερενδάριος: βλ. παρακάτω.
Μέγας Ρήτωρ: Ο Ρήτωρ είναι εκκλησιαστικό χάρισμα, το οποίο υπήρχε από την αρχαία Εκκλησία, και π ραγματεύεται τη συζήτηση της τέχνης και της θεολογίας του κηρύττειν. Το οφφίκιο απονέμεται σε όσους διακρίθηκαν για το κήρυγμα τους σχετικά με το λόγο του Θεού και για την ενίσχυση και σωστή καθοδήγηση των πιστών στο δρόμου του Αληθινού Θεού.
Ταβουλάριος: Ήταν ο γραμματοφύλακας και ο αρχειοφύλακας. Από τον έκτο αιώνα μ.Χ., οι ταβουλάριοι ασχολούνταν με τη σύνταξη συμβολαίων και δικαιοπρακτικών εγγράφων των πολιτών.
Υμνογράφος: Οφφίκιο, που απονέμεται σε διακεκριμένους συνθέτες εκκλησιαστικών ύμνων.
Υπομνηματογράφος: Έργο του υπομνηματογράφου ήταν τα διάφορα υπομνηματικά έργα της Εκκλησίας και, ως βοηθός του Επισκόπου, παρευρισκόταν στις συνεδριάσεις της Ιεραρχίας και κατέγραφε τα πρακτικά των αρχιερατικών εκλογών, γράφονταν και ό,τι άλλο πρόσταζαν οι Αρχιερείς.
Φωτογράφος της Πατριαρχικής Αυλής: Οφφίκιο, που απονέμεται σε φωτογράφους, που υπηρετούν το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Χαρτουλάριος: Ο Χαρτουλάριος εμφανίζεται για πρώτη φορά ως αξιωματούχος στην Βυζαντινή αυτοκρατορία κατά τον πέμπτον αιώνα μ.Χ. Το ιερόν ιματιοφυλάκιον ήταν μια ειδική υπηρεσία υπό την διεύθυνση του "Κόμητος των Προμηθειών" και επί κεφαλής αυτής ήταν ο Χαρτουλάριος. Κατά τον όγδοον αιώνα μ.Χ. ο Χαρτουλάριος αναλάμβανε οικονομικά καθήκοντα, ενώ ο Χαρτουλάριος του Σακελλίου ήταν υπεύθυνος και δια την ομαλή λειτουργία των διαφόρων φιλανθρωπικών και ευαγών ιδρυμάτων. Εκκλησιαστικά, ο Χαρτουλάριος έχει την ευθύνην του ληξιαρχείου, των ληξιαρχικών πράξεων και των ληξιαρχικών βιβλίων.
Μέγας Χαρτοφύλαξ: βλ. παρακάτω.
Χοράρχης: Οφφίκιο, που απονέμεται σε διακεκριμένους χοράρχες (προίσταμένους εκκλησιαστικών χορωδιών).
Χρονογράφος του Οικουμενικού Πατριαρχείου: Οφφίκιο, που απονέμεται σε διακεκριμένους χρονογράφους, που ασχολήθηκαν με το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Οφφίκια Διακόνων
Μέγας Αρχιδιάκονος: Είναι ο πρώτος τη τάξει διάκονος του Πατριαρχείου. Σύμφωνα με το Μέγα Ευχολόγιο, όποτε ιερουργεί ο Αρχιερέας, ο Μέγας Αρχιδιάκονος αναγιγνώσκει το Ιερό Ευαγγέλιο και αυτός δεν θέλει, τότε ορίζει ποιος θα το αναγνώσει.
Δευτερεύων διάκονος: Είναι ο δεύτερος τη τάξει διάκονος του Πατριαρχείου. Σύμφωνα με το Μέγα Ευχολόγιο, αναπληρώνει τα καθήκοντα του Αρχιδιακόνου, όταν εκείνος λείπει.
Τριτεύων διάκονος: Είναι ο τρίτος τη τάξει διάκονος του Πατριαρχείου.
Διάκονος της σειράς: Είναι ο τέταρτος τη τάξει διάκονος του Πατριαρχείου.
Ερμηνεία οφφικίων κατά το Μέγα Ευχολόγιο
Σύμφωνα με την ερμηνεία οφφικίων της Μεγάλης Εκκλησίας, όπως αυτά περιγράφονται στο Μέγα Ευχολόγιο,[βλ. Ευχολόγιον το Μέγα, εν ω περιέχονται κατά τάξιν αι των επτά μυστηρίων ακολουθίαι, εν τω του Πατριαρχείου της Κωνσταντινουπόλεως Τυπογραφείω, έτει 1803.] τα οφφίκια κατατάσσονταν σε δύο χορούς: τον Δεξιόκαι τον Ευώνυμο.
Δεξιός Χορός
Τα οφφίκια του δεξιού χορού ήταν ιεραρχημένα και διαιρούνταν σε τρεις πεντάδες. Κάθε κληρικός προβιβαζόταν από ένα οφφίκιο στο αμέσως ανώτερο. Το τελευταίο οφφίκιο κάθε πεντάδας λέγεται υπηρέτης (οικέτης της πεντάδος).
Πρώτη Πεντάδα
Πρώτη Πεντάδα
Μέγας Οικονόμος Ο Μέγας Οικονόμος, φορώντας μόνο το στιχάριό του, στεκόταν στο δεξί μέρος της Αγίας Τράπεζας, όταν λειτουργούσε ο Αρχιερέας, βαστώντας το Άγιο Ριπίδιο (εξαπτέρυγο). Κατά την Αγία και Μεγάλη Κυριακή του Πάσχα ανέγνωσκε το Ιερό Ευαγγέλιο, ενώ προσήγαγε στον Αρχιερέα το μέλλοντα χειροτονόμενο ιερέα. Κρατούσε τους λογαριασμούς εσόδων και εξόδων της Επισκοπής. Με τη βοήθεια ενόςΧαρτουλάρη καταγράφει όλα τα κτήματα και τα πράγματα, που εισέρχονταν, και δύο φορές το χρόνο έδινε αναφορά στον Αρχιερέα. Επίσης, διένειμε και τα δικαιώματα των αδελφών του από τις εισφορές της Επισκοπής. Κρατούσε την Επισκοπή μετά την παρέλευση του Αρχιερέα μέχρι την έλευση του επόμενου, ενώ προηγούνταν στην εκλογή του νέου Επισκόπου.
Μέγας Σακελλάριος Ο Μέγας Σακελλάριος, φορώντας μόνο το στιχάριο και το οράριό του, στεκόταν στο αριστερό μέρος της Αγίας Τράπεζας, όταν λειτουργούσε ο Αρχιερέας, βαστώντας το Άγιο Ριπίδιο. Κατά την Αγία και Μεγάλη Τετάρτη ανέγνωσκε το Ιερό Ευαγγέλιο, ενώ προσήγαγε στον Αρχιερέα το μέλλοντα χειροτονόμενο ιερέα, στεκόμενος κοντά στον Μεγάλο Οικονόμο. Είχε σαν έργο του να επισκέπτεται τα ανδρικά μοναστήρια και να καταγράφει, με τη βοήθεια ενός Χαρτουλάρη, τα έσοδα και τα έξοδα, το βίο και την πολιτεία των μοναχών και τρεις φορές τον χρόνο έδινε αναφορά στον Αρχιερέα.
Μέγας Σκευοφύλαξ Ο Μέγας Σκευοφύλακας στεκόταν μπροστά στο Σκευοφυλάκιο, όταν λειτουργούσε ο Αρχιερέας. Εκείνος έδινε, ό,τι ζητούνταν από το Σκευοφυλάκιο, όπως κάποιο σκεύος, ιερό βιβλίο, κεριά και αλλαγές. Κατά το Άγιο και Μεγάλο Σαββάτο ανέγνωσκε το Ιερό Ευαγγέλιο, ενώ κρατούσε το Σκευοφυλάκιο της Επισκοπής και κάθε σκεύος της Εκκλησίας. Επισκεπτόταν, επίσης, τις Εκκλησίες, που χήρευαν, και όλα τους τα Ιερά. Ακόμη, φύλασε τα δίκαια από τις εισφορές της Εκκλησίας για τους Κληρικούς, μέχρι να τους τα δώσει.
Χαρτοφύλαξ Ο Χαρτοφύλακας στεκόταν κοντά στις Αγίες Θύρες και κατά την Αγία Μετάληψη, αυτός έλεγε το «Ιερείς προσέλθετε». Κατά την Αγία και Μεγάλη Πέμπτη ανέγνωσκε το Ιερό Ευαγγέλιο, ενώ προσέφερε και την ψήφο του στους Αρχιερείς, για την ανάδειξη νέου Επισκόπου. Ήταν ο εκπρόσωπος του Αρχιερέα σε κάθε κρίση εξέδιδε τις αποφάσεις. Τελούσε επίσης και αρραβώνες και ανέγραφε σχετικά με τον ιερέα, που επρόκειτο να ευλογήσει τους γάμους.
Σακελλίου ήΣακελλίων Ήταν ο υπηρέτης της πρώτης πεντάδας, και κρατούσε τη Φυλακή (φύλαξη) της Επισκοπής. Αναλάμβανε και το έργο της επίσκεψης των γυναικείων μοναστηριών.
Δεύτερη Πεντάδα
Δεύτερη Πεντάδα
Πρωτονοτάριος Ο Πρωτονοτάριος (ο πρώτος των νοταρίων[Σύνταγμα Ιερών Κανόνων Ράλλη - Ποτλή. Τόμος Ε', σελ. 534]) ήταν στην υπηρεσία του Αρχιερέα μέσα στην Εκκλησία. Χαρακτηριστικά, έδιδε τα απαραίτητα στον Αρχιερέα, για να πλυθεί την ώρα της Θείας Λειτουργίας. Κατά την Κυριακή των Βαΐων ανέγνωσκε το Ιερό Ευαγγέλιο, ενώ αυτός έγραφε και ότι χρειαζόταν όπως διατάξεις, ελευθερίες, προστάγματα και άλλα τέτοια. Αναθεωρούσε και τους νομικούς δύο φορές το χρόνο.
Καστρήνσιος Ο Καστρήνσιος άλλασε τον Αρχιερέα, ενώ κρατούσε το θυμιατό και τον αέρα. Την ώρα του τριαδικού ύμνου ράντιζε το λαό με αγίασμα. Κατά την Αγία και Μεγάλη Τρίτη ανέγνωσκε το Ιερό Ευαγγέλιο, ενώ Φύλασε τα αξιώματα του Αρχιερέα και κρατούσε το κιβώτιο των αρωμάτων.
Ρεφερενδάριος Ο Ρεφερενδάριος αποστελλόταν από τον Αρχιερέα στους άρχοντες και σε μεγάλους ανθρώπους, για να τους μεταφέρει μηνύματα και ότι άλλο χρειαζόταν.
Λογοθέτης Ο Λογοθέτης ήταν αξίωμα στην Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Σημαίνει «αυτός που θέτει τον λόγο», αυτός που παίρνει αποφάσεις στην κυβέρνηση δηλαδή, αξίωμα αντίστοιχο με αυτό του Βουλευτή σήμερα. Στα κατοπινά χρόνια, ο Μέγας Λογοθέτης είχε την μεγαλύτερη ισχύ και προεξείχε των υπολοίπων, και στα τελευταία χρόνια της Αυτοκρατορίας αντιστοιχούσε του Βεζίρη ή του Πρωθυπουργού. Εκκλησιαστικά, ο Λογοθέτης κατείχε τη σφραγίδα του Αρχιερέα και σφράγιζε όλα τα έγγραφα. Στο ναό, κρατούσε το δίσκο με το Άγιο Αντίδωρο και το έδινε στον κατακλαστή του Αρχιερέα. Στον Πατριαρχικό Ναό, στεκόταν στα δεξιά του Πατριάρχη κατά τις επίσημες Θείες Λειτουργίες και λοιπές τελετές. Επίσης, κατά τας Πατριαρχικάς ή Συνοδικάς Λειτουργίες απήγγελε το Σύμβολον της πίστεως (Πιστεύω) και την Κυριακήν προσευχήν (Πάτερ ημών). Έφερε και τον τίτλο «ενδοξότατος άρχων».
Υπομνηματογράφος Είναι ο υπηρέτης της δεύτερης πεντάδας. Έργο του ήταν τα διάφορα υπομνηματικά έργα της Εκκλησίας, όπως διάφορες προσευχές, νόμους και κανονισμούς, ως και άλλα σχετικά θέματα. Ως βοηθός του Επισκόπου παρευρισκόταν στις συνεδριάσεις της Ιεραρχίας και κατέγραφε τα πρακτικά των αρχιερατικών εκλογών, γράφονταν και ό,τι άλλο πρόσταζαν οι Αρχιερείς.
Τρίτη Πεντάδα
Τρίτη Πεντάδα
Πρωτέκδικος Ο Πρωτέκδικος δίκαζε εκ μέρους του Αρχιερέα. Έκρινε μικρές υποθέσεις της Επισκοπής, μαζί με τους δύο Έκδικους. Σύμφωνα με τις αναφορές των οφφικιαλίων της Μεγάλης Εκκλησίας Ματθαίου μοναχού και Κωδίνου Κουροπαλάτη, συνάγεται ότι ενώ σε παλαιότερες εποχές το αξίωμα του ιερομνήμονος ήταν υψηλότερο από εκείνο του πρωτέκδικου, αυτό άλλαξε αργότερα.
Ιερομνήμων Ο Ιερομνήμων αρχικά κατείχε τα πρωτεία της τρίτης πεντάδας οφφικίων, αλλά στη συνέχεια υποχώρησε στη δεύτερη θέση. Ο Ιερομνήμων βοηθούσε στις Κυριακάτικες Θείες Λειτουργίες και κρατούσε το βιβλίο απ' όπου ο αρχιερέας διάβαζε τις ευχές. Κατά τηνΑγία και Μεγάλη Δευτέρα ανέγνωσκε το Ιερό Ευαγγέλιο, ενώ την Αγία και Μεγάλη Πέμπτη βοηθούσε τον Πατριάρχη να εκπλύνει τηνΑγία Τράπεζα. Επίσης, βοηθούσε τον αρχιερέα στις αρχιερατικές χειροτονίες, κυρίως κρατώντας το κοντάκιο της χειροτονίας του αρχιερέα και ακολουθώντας τον προοριζόμενο να χειροτονηθεί αρχιερέα. Εαν ακόμη ο οφφικιούχος ήταν πρεσβύτερος, μπορούσε να εγκαινιάζει ναούς και να σφραγίζει αναγνώστες, μόνο όταν η επισκοπή, στην οποία υπαγόταν, χήρευε. Τέλος, κρατούσε φυλαγμένο το Κώδικα της Εκκλησίας ως Αρχειοφύξ (ταβουλάριος) και συνέτασσε έγγραφα σχετικά με δικαιοπραξίες.
Επί γονάτων Ο Επί γονάτων, φορούσε στον Αρχιερέα το επιγονάτιό του, όταν εκείνος ιερουργούσε. Κρατούσε και το δίσκο με το Άγιο Αντίδωρο και το έδινε στον κατακλαστή του Αρχιερέα. Ακολουθούσε τον Αρχιερέα στις διάφορες επισκέψεις σε ναούς της Επαρχία του, πληροφορώντας τον Επίσκοπο τα διάφορα ζητήματα και προβλήματα της πόλης και της Εκκλησίας, ενώ καθόριζε το πρόγραμμα παραμονής του Επισκόπου σε κάθε πόλη, που επσκέπτονταν.
Υπομνημίσκων Ο Υπομνημίσκων, δεχόμενος τις υπομνήσεις του λαού, που έρχονταν στην Αγία Εκκλησία, τις ανέφερε στον Αρχιερέα. Επίσης, έθετε υπ' όψιν του Επισκόπου, διάφορες υποθέσεις δικαστικής φύσεως καθώς και διάφορα λειτουργικά θέματα αναγόμενα στην ευταξία της Εκκλησίας ή και στην συμπεριφορά των ιερέων. Ακολουθούσε τον Επίσκοπο στις επισκέψεις του και παρευρισκόταν στις συνεδριάσεις, εκθέτοντας στον Αρχιερέα τις αναγκαίες πληροφορίες για κάθε θέμα, που συζητούνταν.
Διδάσκαλος Ο Διδάσκαλος είναι ο υπηρέτης της τρίτης πεντάδας. Ερμήνευε το Άγιο Ευαγγέλιο, όπως επίσης και το Ψαλτήριο, όταν ιερουργούσε ο Αρχιερέας. Κρατούσε τα διδασκαλεία της Επισκοπής και τους ανετίθετο η ευθύνη της διδασκαλίας των Κατηχουμένων και η προετοιμασία αυτών για το ιερό Βάπτισμα.
Ευώνυμος Χορός
Τα οφφίκια του ευώνυμου χορού ήταν και αυτά ιεραρχημένα. Κατά το Σύνταγμα Ιερών Κανόνων Ράλλη-Ποτλή[ βλ. Jacobi Gretseri Societatis Jesu Theologi Opera Omnia Antehac Ab Ipsomet Auctore Accurate Recognita Opusculis Multis, Notis, et Paralipomenis Pluribus. Aucta et Illustrata, Tomus XV. Graeci Scriptores Latine Redditi, vel Illustrati. Ano MDCCXLI: https://books.google.gr/books?id=imxZAAAAYAAJ&printsec=frontcover&hl=el&source=gbs_ge_summary_r&cad=0#v=onepage&q&f=false], διαιρούνταν και αυτά σε τέσσερις πεντάδες, ως εξής:
Πρώτη πεντάδα
Πρώτη Πεντάδα
Πρωτοπαπάς Ο Πρωτοπαπάς, όταν λειτουργεί ο Αρχιερέας, προΐσταται όλων των Αρχόντων της Εκκλησίας και στη Θεία Λειτουργία μεταδίδει στους Ιερείς την Αγία Μετάληψη, όπως και ο Επίσκοπος στον Πρωτόπαπα. Άρχει των πρωτείων της Εκκλησίας και επέχει την θέση του Αρχιερέα στην Εκκλησία.
Δευτερεύων Ο Δευτερεύων αναπληρώνει τον Πρωτόπαπα, όταν εκείνος απουσιάζει.
Άρχων των Εκκλησιών Ο Άρχων των Εκκλησιών έγραφε τα Αντιμνήσια και τα Σταυροπήγια.
Έξαρχος Ο τίτλος απενέμετο από τον Πατριάρχη σε κληρικούς ή και λαϊκούς ακόμη, οι οποίοι απεστέλλονταν ως τοποτηρητές ή αντιπρόσωποι για την άσκηση των εκκλησιαστικών και πατριαρχικών δικαίων ή για άλλη ειδική και εμπιστευτική αποστολή. Ο Έξαρχος αναθεωρούσε και τις δίκες της Εκκλησίας, αν κρίθηκαν δίκαια.
Κατηχητής Ο Κατηχητής κατηχούσε τον λαό και οδηγούσε, όσους ήθέλαν να εισέλθουν στην Ορθόδοξη Πίστη.
Δεύτερη πεντάδα
Δεύτερη Πεντάδα
Περιοδευτής Ο Περιοδευτής περιπατούσε και οδηγούσε, όσους ήθελαν να εισέλθουν στην Ορθόδοξη Πίστη.
Έκδικος Οι Έκδικοι ήταν δύο και δίκαζαν μαζί με τον Πρωτέκδικο μικρές υποθέσεις.
Βουτιστής Κατά το Άγιο Βάπτισμα, αφού ο Ιερεύς πει τις ευχές της Βάπτισης, Ο Βουτιστής ελάμβανε το βαπτιζόμενο παιδί και το βάπτιζε στο ύδωρ.
Δομέστικος Οι Δομέστικοι ήταν δύο και προΐστανται των δύο χορών (δεξιού και αριστερού) και ψάλουν μαζί με τον Πρωτοψάλτη.
Λαοσυνάκτης Οι Λαοσυνάκτες ήταν δύο και το έργο τους ήταν να συνάγουν τους Άρχοντες και τον λαό στην Εκκλησία.
Τρίτη πεντάδα
Τρίτη Πεντάδα
Πριμικήριος Οι Πριμικήριοι ήταν δύο και βρίσκονταν πάνω από τους Υποδιακόνους, ψάλλοντας μαζί με τον Πρωτοψάλτη.
Πρωτοψάλτης Ο Πρωτοψάλτης στεκόταν στο μέσον της Εκκλησίας και προΐστατο της ψαλμωδίας. Ήταν ο προεξάρχων Ψάλτης και γι' αυτό έλαβεν τον τίτλον «Πρωτοψάλτης» η «Μέγας Δομέστικος».
Πρόξιμος Ο Πρόξιμος πρόσταζε να σημαίνουν οι καμπάνουν στην Αγία Εκκλησία του Θεού.
[[Δεπουτάτος]] Ο Δεπουτάτος καλούσε του Άρχοντες στον Αρχιερέα και απομάκρυνε τον όχλο από τον δρόμο του Αρχιερέα.
Θεωρός Οι Θεωροί επέβλεπαν την καθαριότητα και ότι όλα βρίσκονταν στην θέση τους.
Τέταρτη πεντάδα
Τέταρτη Πεντάδα
Επί της Ευταξίας ή απλώς Ευταξίας Οι επί της Ευταξίας ορίζονταν, για να ευπρεπίζουν και να πλένουν τις κανδήλες.
Κατηγοριάρης Ο Κατηγοριάρης, υπενθύμιζε στο λαό τις επίσημες Εορτές, ώστε να σχολάζουν.
Δεκανός Ο Δεκανός καλούσε τους Ιερείς να παραλάβουν τα δικαιώματα και τις προσφορές τους.
Κουβούκλης Ο Κουβούκλης εβάσταζε τη ράβδο (το δεκανίκιο) του Αρχιερέα, όταν εκείνος περπατούσε.
Πέμπτη πεντάδα
Πέμπτη Πεντάδα
Λαμπαδάριος Οι Λαμπαδάριοι καθάριζαν τις λαμπάδες και φρόντιζαν για τον φωτισμό της Εκκλησίας. Αργότερα, το οφφίκιο δώθηκε στον αριστερό ιεροψάλτη του Πατριαρχικού Ναού Κωνσταντινουπόλεως, ο οποίος προΐσταται του αριστερού χορού, που αντιπροσωπεύει τις γυναίκες κατά την απόδοση των ύμνων. Μέχρι σήμερα, παραμένει τιμητικός τίτλος για άντρες στους οποίους έχει προηγηθή η χειροθεσία τους σε Αναγνώστη.
Περιεισερχόμενος Ο Περιεισερχόμενος έφερνε λαμπρό στην Εκκλησία.
Βασταγάριος Ο Βασταγάριος βαστούσε τον Άγιο της Εκκλησίας στις λιτανείες και τις επίσημες Εορτές.
Μυροδώτης Ο Μυροδώτης κρατούσε το Άγιο Μύρο.
Ερμηνεία οφφικίων κατά τον Γεώργιο Κωδινό
Σύμφωνα με το έργο "Περί οφφικιαλίων του Παλατίου Κωνσταντινουπόλεως και περί των οφφικίων της Μεγάλης Εκκλησίας", του Γεωργίου Κωδινού[6] τα οφφίκια της Μεγάλης Εκκλησίας είχαν ιεραρχούνταν διαφορετικά, ενώ χωρίζονταν σε εννέα πεντάδες, ως εξής:
Πρώτη πεντάδα
Η πρώτη πεντάδα περιελάμβανε έξι οφφίκια. Αυτοί καθόντουσαν στην Ιερά Σύνοδο μαζί με τον Πατριάρχη.
Πρώτη Πεντάδα
Μέγας Οικονόμος Κρατούσε όλα όσα ανήκαν στην εκκλησία και όλα τα έσοδα, που προέρχονταν από αυτά. Συμβούλευε επί των οικονομικών θεμάτων τον αρχιερέα και όλη την Εκκλησία.
Μέγας Σακελλάριος Κρατούσε τα ανδρώα και γυναικεία μοναστήρια. Είχε ως βοηθό του τον Άρχοντα των μοναστηριών.
Μέγας Σκευοφύλαξ Κρατούσε τα σκεύη της Εκκλησίας.
Χαρτοφύλαξ Κρατούσε τα εκκλησιαστικά έγγραφα, ήταν κριτής όλων των εκκλησιαστικών υποθέσεων, είχε τις νομικές υποθέσεις και, ως δεξί χέρι του αρχιερέα, ήταν έκδικος των υποθέσεων, που αφορούσαν τους άλλους κληρικούς.
Σακελλίου Κρατούσε τις Καθολικές Εκκλησίες και το σακέλιο.
Πρωτέκδικος Αναλάμβανε τις υποθέσεις των αιχμαλώτων και ήταν κριτής εγκληματικών υποθέσεων.
Δεύτερη πεντάδα
Δεύτερη Πεντάδα
Πρωτονοτάριος Ήταν υπεύθυνος των εξωκατάκοιλων (δηλ. των κληρικών, που δεν διέμεναν στο κελί του αρχιερέα) και έγραφε τις επίσημες επιστολές, στις οποίες αναφέρονταν μεταβολές των κληρικών (προαγωγές, διακρίσεις, τιμωρίες).
Λογοθέτης Λογογραφούσε σε υποθέσεις δημόσιου ενδιαφέροντος, αλλά και σε υποθέσεις αρχόντων.
Κανστίνσιος Βρισκόταν στο κανστρίο του και άλλασε τον αρχιερέα.
Ρεφερενδάριος Αποστελλόταν από τον αρχιερέα σε στο βασιλιά και σε άλλους βυζαντινούς άρχοντες.
Υπομνηματογράφων Έγραφε τα υπομνήματα.
Τρίτη πεντάδα
Τρίτη Πεντάδα
Ιερομνήμων Κρατούσε το ευχολόγιο, από το οποίο διάβαζε ο αρχιερέας και βοηθούσε στις αρχιερατικές χειροτονίες κρατώντας το κοντάκιο της χειροτονίας.
Επί των γονάτων Κρεμούσε το επιγονάτιο του αρχιερέα.
Επί των δεήσεων Αποστελλόταν στον Βασιλιά, για να τον παρακλέσει, ώστε να μεσολαβήσει υπέρ των αδικημένων.
Επί των σεκρέτων Για να παύει το λαό από το κρίνει.
Επί της ιεράς καταστάσεως Τηρούσε την ευταξία εντός του Ιερού Βήματος του ναού.
Τέταρτη πεντάδα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Τέταρτη Πεντάδα
Υπομιμήσκων Ενημέρωνε μυστικά τον αρχιερέα για το περιεχόμενο των υποθέσεών του.
Διδάσκαλος του Ευαγγελίου Ερμήνευε το Θείο και Ιερό Ευαγγέλιο.
Διδάσκαλος του Αποστόλου Ερμήνευε τον Ιερό Απόστολο.
Διδάσκαλος του Ψαλτηρίου Ερμήνευε το Ψαλτήριο.
Ρήτωρ Ερμήνευε τις Αγίες Γραφές.
Πέμτη πεντάδα
Πέμπτη Πεντάδα
Άρχων των μοναστηρίων Είχε μαζί με τον Μεγάλο Σακελλάριο τη φροντίδα για τα μοναστήρια.
Άρχων των Εκκλησιών Είχε τη φροντίδα των Εκκλησιών, μαζί με τον Σακελίου.
Άρχων του Ευαγγελίου Κρατούσε το Ιερό Ευαγγέλιο κατά τη διάρκεια της λιτής, που προηγείται του όρθρου.
Άρχων των Φώτων Είχε τη φροντίδα των νεοφώτιστων, δηλαδή εκείνων που δέχτηκαν πρόσφατα το Άγιο Βάπτισμα.
Άρχων των Αντιμινσίων Εισήγαγε στην Θεία Μετάληψη, όσους προσέρχονταν.
Έκτη πεντάδα
Έκτη Πεντάδα
Πρώτος Οστιάριος Είχε στην ευθύνη του τις θύρες του ναού, όταν πραγματοποιούνταν χειροτονίες.
Δεύτερος Οστιάριος Κρατούσε μονοβάμβουλο, μια λαμπάδα, ως πρόδρομος των ιερέων.
Πρωτοπαπάς Ήταν έκδικος και κατείχε τα πρωτεία μέσα στο Ιερό Βήμα. Κατείχε, επίσης, τα δευτερεία του αρχιερέα.
Δευτερεύων των ιερέων Εισόδευε του ιερείς και κατείχε τα δευτερεία του πρωτόπαπα.
Δευτερεύων των διακόνων Ήταν πρώτος των κοινών διακόνων και εισόδευε τους διακόνους.
Έβδομη πεντάδα
Πρωτοψάλτης
Δομέστικος Ήταν δύο, ένας του πρώτου χορού και ένας του δεύτερου.
Λαοσυνάκτης
Πριμμικήριος των ταβουλαρίων
Άρχων των κοντακίων
Όγδοη πεντάδα
Όγδοη Πεντάδα
Πριμμικήριος των αναγνωστών .
Νομοδότης ή Νομικός
Πρωτοκανόναρχος
Έξαρχος
Εκκλησιάρχης
Ένατη πεντάδα
Η πρώτη πεντάδα περιελάμβανε μόνο τέσσερα καταγεγραμμένα οφφίκια.
Ένατη Πεντάδα
Δομέστικος των Θυρών
Χαρτουλάριος
Δεποτάτος
Επί της ποδέας
Αυτά είναι τα εκκλησιαστικά οφφίκια, όπως καταγράφονται στο έργο "Περί οφφικιαλίων του Παλατίου Κωνσταντινουπόλεως και περί των οφφικίων της Μεγάλης Εκκλησίας", του Γεωργίου Κωδινού.
Δείτε επίσης
Εκκλησιαστικά αξιώματα της Ορθόδοξης Εκκλησίας
Προσφωνήσεις Ορθοδόξων κληρικών
Διβάμβουλο
Βιβλιογραφία
Ερμηνείες Οφφικίων της Μεγάλης Εκκλησίας. Σύνταγμα Ιερών Κανόνων Ράλλη - Ποτλή. Τόμος Ε' σελ. 531-533, 534-539 και 540
Οφφίκια της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας
Δεξιός Χορός
Α΄ Πεντάδα
Μέγας Οικονόμος
Μέγας Σακκελάριος
Μέγας Σκευοφύλαξ
Χαρτοφύλαξ και Μέγας Χαρτοφύλαξ
Σακελλίου
Β΄ Πεντάδα
Νοτάριος, Πρωτονοτάριος και Μέγας Πρωτονοτάριος
Κανστρίνσιος
Ρεφερενδάριος και Μέγας Ρεφερενδάριος
Μέγας Λογοθέτης
Υπομνηματογράφος και Μέγας Υπομνηματογράφος
Γ΄ Πεντάδα
Πρωτέκδικος και Μέγας Πρωτέκδικος
Ιερομνήμων και Μέγας Ιερομνήμων
Επί των γονάτων
Υπομνημίσκων και Μέγας Υπομνημίσκων
Διδάσκαλος (Διδάσκαλος του Αποστόλου
Διδάσκαλος του Ευαγγελίου
Διδάσκαλος του Ψαλτηρίου
Διδάσκαλος του Γένους
Διδάσκαλος της Εκκλησίας
Διδάσκαλος των Ελληνικών Γραμμάτων
Προστάτης των Γραμμάτων
Μουσικοδιδάσκαλος της ΜΧΕ)
Ευώνυμος Χορός
Α΄ Πεντάδα
Μέγας Πρωτόπαππας
Δευτερεύων
Άρχων των Εκκλησιών
Έξαρχος
Κατηχητής και Μέγας Κατηχητής
Β΄ Πεντάδα
Περιοδευτής
Βουτιστής
Έκδικος και Μέγας Έκδικος
Δομέστικος
Λαοσυνάκτης
Γ΄ Πεντάδα
Πριμικήριος, Μέγας Πριμικήριος και Πριμικήριος των Νοταρίων
Πρωτοψάλτης και Πρωτοψάλτης της Αγιωτάτης Αρχιεπισκοπής Κωνσταντινουπόλεως
Πρόξιμος
Δεπουτάτος
Θεώριος
Επί της Ευταξίας
Κατηγοριάρης
Δεκανός
Κουβούκλης
Λαμπαδάριος και Λαμπαδάριος της Αγιωτάτης Αρχιεπισκοπής Κωνσταντινουπόλεως
Περιεισερχόμενος
Βασταγάριος
Μυροδώτης
Άρχοντες Οφφικιάλοι της ΜΧΕ
Αγιογράφος
Ακόλουθος
Ακτουάριος
Αρχιτέκτων των Πατριαρχείων
Αρχόντισσα του Οικουμενικού Θρόνου
Άρχων των Αντιμισίων
Άρχων των Μοναστηρίων
Άρχων των Φώτων
Ασηκρήτις και Πρωτοασηκρήτις
Διερμηνεύς και Μέγας Διερμηνεύς
Δικαιοφύλαξ καιΜέγας Δικαιοφύλαξ
Εκκλησιάρχης και Μέγας Εκκλησιάρχης
Επί των Δεήσεων
Επί της Ιεράς Καταστάσεως
Επί των Κρίσεων
Επί των Σεκρέτων
Εταιριάρχης
Ευεργέτης και Μέγας Ευεργέτης
Λογοθέτης Γενικού
Λογοθέτης Οικιακών
Μανδάτωρ
Μυρεψός καιΆρχων Μυρεψός
Νομοδότης
Νομοφύλαξ
Ορφανοτρόφος
Οστιάριος (Πρώτος Οστιάριος και Δεύτερος Οστιάριος)
Πρωταποστολάριος
Πρωτοβεστιάριος
Πρωτοκανονάρχης
Πρωτομαΐστωρ
(Μέγας) Ρήτωρ
Ταβουλάριος
Υμνογράφος
Φωτογράφος της Πατριαρχικής Αυλής
Χαρτουλάριος
Χοράρχης
Χρονογράφος του Οικουμενικού Πατριαρχείου
Διακονικά Οφφίκια
Μέγας Αρχιδιάκονος
Δευτερεύων Διάκονος (Δεύτερος των Διακόνων)
Τριτεύων Διάκονος (Τρίτος των Διακόνων)
Διάκονος της Σειράς
Ἀδελφότης Ὀφφικιάλων τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας
Πηγή
https://el.wikipedia.org